Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Το Εκατοστό Ογδοηκοστό Όγδοο

Άσπρη κορυφή, Καϊμάκ-τσελάν
Αυτά τα μέρη με τα ποτήρια τα βαθιά. Τα ποτά έχουν το χρώμα του οινοπνεύματος και τη μυρωδιά της τσιχλόφουσκας. Όλοι ανοιγοκλείνουν τα μάτια αισθησιακά και ρίχνουν βλέμματα γεμάτα αυτοπεποίθηση στην άλλη πλευρά του μπαρ. Να μπορούσα να μεταφέρω σε λέξεις τον κόσμο σας τον στολισμένο και τις στιγμές που σπαταλήθηκαν στο βουνό. Όχι για να δείτε τα σύννεφα που απλώνονταν κάτω από τα πόδια σας και να νιώσετε ότι γίνεστε ένα με τον ουρανό, αλλά για να ζυγίσετε με γούστο το ποτήρι και να εισπνεύσετε βαθιά τη μυρωδιά από το ακριβότερο μπουκάλι. Κάπου στη μέση ανακατεύτηκα ήδη από τη μυρωδιά του πούρου. Και βγήκαν ξαφνικά μπροστά μου φωτεινές επιγραφές που με ρωτούσαν και με πίεζαν λες και έπρεπε τώρα να πάρω τις αποφάσεις τις πολύ δικές μου, τις καθοριστικές. Προτιμώ να σου γράφω, λοιπόν, για φανταστικά, για ψεύτικα, για μικρά ανούσια, για φαντάσματα και ελπίδες. Όσο για εσάς και τα λεφτά σας, τα οποία αρκετά με προβλημάτισαν, θα σας αφήσω να ξεκουραστείτε σε σπα, με τις νταντάδες να αγκαλιάζουν τα παιδιά σας όταν κλαίνε κι ας φωνάζουν το όνομα το δικό σας. 

Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

To Εκατοστό Ογδοηκοστό Έβδομο

Πού να είσαι τώρα; Εδώ έξι, στην Αθήνα επτά. Πού να είσαι; Πάντα το ίδιο ερώτημα, μόνο η επιθυμία είναι λιγότερη ή περισσότερη. Κάποτε τη μισώ. Δε μ’ αφήνει να σ’ αγαπώ όπως θέλω , δε μ’ αφήνει να ξέρω καν πώς σ’ αγαπώ. Κοντά και μακριά είναι βάσανο οι αισθήσεις. Πώς να είναι άνθρωπος κανείς; Θα ήθελα τρείς μέρες κοντά σου χωρίς λέξη. Λέξη. 
Φοβούμαι μήπως συνηθίσω έτσι πάντα από μακριά να σ αγαπώ.
Ρωτιέμαι καμιά φορά πως θα μιλούσες, αν ήσουν κοντά μου. Πόσα λίγα πράγματα μπορεί να φτιάξει η φαντασία. Ρωτιέμαι ακόμη πως θα ήσουν, εσύ, ζωντανή, κοντά μου. Δεν έχω τίποτα άλλο να σου δώσω τώρα, παρά αυτές τις ανόητες λέξεις. Και πάλι, δε θα σου τις έγραφα, αν δε με παρακινούσε η ελπίδα πως κάποτε, έστω και για μια στιγμή, όταν σου κρατήσω το χέρι, δυο άνθρωποι, μέσα σ αυτόν τον ψόφιο κόσμο που μας τριγυρίζει, θα μπορέσουν να νιώσουν ότι ανασαίνουν επιτέλους, έξω απ’ όλα-κάποτε, όταν αυτά που λέμε τώρα πάρουν μια ανθρώπινη υπόσταση και πάψουν να τριγυρνούν σα φαντάσματα”

~Γιώργος Σεφέρης- Αποσπάσματα από επιστολές στην αγαπημένη του 

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Το Εκατοστό Ογδοηκοστό Έκτο


But man, proud man,

Drest in a little brief authority,
Most ignorant of what he's most assured,
His glassy essence, like an angry ape, 
Plays such fantastic tricks before high heaven
As make the angels weep; who, with our spleens,
Would all themselves laugh mortal. 


~Σαίξπηρ, Με το Ίδιο Μέτρο, 2.2


[Mα άνθρωπε συ, περήφανε άνθρωπε, 
που ντύθηκες μικρή εξουσία εφήμερη, 
και πιο πολύ αγνοείς ό,τι πιο βέβαιο έχεις, 
τη γυάλινη την ύπαρξή σου, σαν έξαλλη μαϊμού, 
με κόλπα κωμικά μπροστά στον ύψιστο ουρανό, 
κάνεις να κλαιν οι αγγέλοι, που 
αν είχαν φύση ανθρώπινη, 
θα πέθαιναν στα γέλια.]


Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Το Εκατοστό Ογδοηκοστό Πέμπτο

Δεν το είδα καν αλλά η υπόνοια και μόνο μου ανακάτεψε το στομάχι. Βγήκα από το μαγαζί με τη μουσική να χτυπάει κάπου στο λαιμό μου. Αν είναι δυνατόν κάτι έπρεπε να γίνει. Προχώρησα λίγο πιο πέρα. Η εικόνα που έφτιαξα ακόμη προβαλλόταν μπροστά στα μάτια μου, σε αργούς, βασανιστικούς ρυθμούς. Να έβαζα το δάχτυλό μου στο κεφάλι μου να ξερνούσα τις σκέψεις που με αρρώστησαν. Ο κόσμος που έβγαινε με έσπρωξε πιο πέρα. Γνωστές φυσιογνωμίες, άγνωστες φωνές. 
Φύγε λοιπόν. Ξέφυγε από τον κύκλο αυτόν τον ανούσιο. Έτοιμα να εκραγούν. Τα μάτια τσούζουν αλλά αρνούνται να κλείσουν. Ακουμπάω για λίγο πίσω στον τοίχο, αυτόν τον γεμάτο αφίσες παλιές από πάρτι που πήγα και από άλλα που ήμουν μακριά για να πάω. 
Και κάπου εκεί πλημμύρισε η πόλη. Κι αν και προσπαθούσα να πιαστώ από κάπου όλα με οδηγούσαν κάτω από το σπίτι μου. Καλημέρα και δεν ξέρω αν θα σε ξαναδώ. Καλημέρα κι ας κοιτάξω καλά τα μάτια σου μήπως την επόμενη φορά με κοιτάνε διαφορετικά. Ηλίθια πόλη. Ηλίθιοι δρόμοι. Έβρεχε πέτρες συνεχώς την επόμενη μέρα. Έτριζαν τα σπίτια. Όλα μου σιγοψιθύριζαν να φύγω και ούτε μία φορά να μη ξαναγυρίσω. Να με ασφαλίσω καλά. Με πρόγραμμα αποδεκτό και συνετό. Με μαθήματα, πτυχία, διδακτορικά και το μέλλον μου θα βροντήξει και θα αστράψει έτοιμο μπροστά μου. Μα εγώ θέλω την αλήθεια τη δύσκολη, τη μεγάλη, αυτή που σε κοιτάει και τρομάζεις μέσα στον καθρέφτη. Γι' αυτό αύριο πάλι θα σε ονειρευτώ. Κι θα μου ζητήσουν όλοι λογική εξήγηση και επιχειρήματα. Δε ζητάω να καταλάβεις. Μόνο να με συγχωρέσεις και να με αποχαιρετήσεις. 

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Το Εκατοστό Ογδοηκοστό Τέταρτο

Η αναμονή σε αυτή τη στάση θα είναι περίπου μισή ώρα. Όσο αντέχω μέσα στο κρύο, να στρίψω το αγαπημένο τσιγάρο των ταξιδιών και να κοιτάξω τον κόσμο να πηγαινοέρχεται αγχωμένος. Στον τοίχο απέναντί μου γράφει "Σ' ΑΓΑΠΩΟΥΣΑ ΜΠΛΕ ΑΓΟΡΙ". Έμεινα να κοιτώ τον τοίχο και να προσπαθώ να σκηνοθετήσω την ιστορία που υπήρχε από πίσω.
Έχει πραγματικά πολύ κρύο, τα χέρια μου έχουν μουδιάσει. Και εγώ τυλιγμένη με κασκόλ, σκούφο και γούνινη κουκούλα. Ξανά χειμώνας και θα σου εκμυστηρευόμουν ότι πριν λίγες μέρες ήταν τα  περσινά Χριστούγεννα. Ίσως έφτασε και η στιγμή να σου πω στ' αυτί πόσο πολύ αγαπώ το χειμώνα μόνο για το θόρυβο όταν πατάω τα πεσμένα φύλλα. Μήπως και θυμηθείς γιατί με είχες ερωτευτεί και ξεχάσεις το μεσοδιάστημα. 
Εσύ δε θα μπορούσες ποτέ να γίνεις μπλε αγόρι. Αυτό σκεφτόμουν και το ύφος σου το παραπονεμένο αν σου το έλεγα και γέλασα για λίγο μόνη μου. Μια κυρία ήρθε και μου ζήτησε αναπτήρα. Με ρώτησε για τον προορισμό μου. Πρέπει να της φάνηκα αστεία έτσι μπουκωμένη με κασκόλια να γελώ χωρίς λόγο και αιτία γιατί ξεκίνησε να μου σχολιάζει πώς φαίνομαι. Μου έφτιαξε τη διάθεση. Ήταν μεγάλη σε ηλικία, σίγουρα πάνω από εξήντα πέντε. Όχι ότι δεν είχα καλή διάθεση. Μόνο ένα βάρος κάπου μέσα μου για το τι με περιμένει αυτή τη φορά και το πώς θα είμαι σε έξι μέρες από σήμερα, ξανά εδώ, στην ίδια στάση, να περιμένω και πάλι για μισή ώρα. Να καπνίζω και πάλι ένα τσιγάρο μέσα στο κρύο.
Ίσως να καπνίζω ακόμη μόνο για τα τσιγάρα στις αναμονές των ταξιδιών. Το τρένο έφτασε. Η ευγενική κυρία μου ευχήθηκε καλό ταξίδι. Ανέβηκα και βολεύτηκα σε μια θέση για την επόμενη μία ώρα.